Μέτρηση τάσης, ρεύματος και αντίστασης

Τα βολτόμετρα, αμπερόμετρα και ωμόμετρα χρησιμοποιούνται για την μέτρηση της τάσης, του ρεύματος και της αντίστασης αντίστοιχα. Ιδανικά τα όργανα αυτά, δεν πρέπει να επηρεάζουν τη λειτουργία του κυκλώματος κατά την διάρκεια της μέτρησης.

Θεωρητικά ενα ιδανικό βολτόμετρο, δεν τραβά ρεύμα κατά την μέτρηση της τάσης μεταξύ δυο σημείων του κυκλώματος, για το λόγο ότι έχει άπειρη αντίσταση εισόδου. Όμοια ένα ιδανικό αμπερόμετρο, δεν πρέπει να εισάγει πτώση τάσης, καθώς συνδέεται σε σειρά με το κύκλωμα και στο σημείο που θέλουμε να μετρήσουμε το ρεύμα, για το λόγο ότι έχει ιδανικά μηδενική αντίσταση εισόδου. Ένα ιδανικό ωμόμετρο δεν πρέπει να εισάγει επιπρόσθετη αντίσταση στην αντίσταση που μετρά.

Τα πραγματικά όργανα, από την άλλη μεριά, έχουν περιορισμούς που τα αποτρέπει να κάνουν ακριβή μετρήσεις. Αυτό αντικρούεται στο γεγονός ότι, το κύκλωμα του οργάνου μέτρησης χρειάζεται ένα ρεύμα δειγματοληψίας, από το υπό μέτρηση κύκλωμα για να μπορέσει να κάνει τη μέτρηση.

Το σχήμα δείχνει τα σύμβολα ενός ιδανικού βολτομέτρου, αμπερομέτρου και ωμομέτρου, μαζί με τα ισοδύναμα κυκλώματα των πραγματικών οργάνων. Το ιδανικό βολτόμετρο, έχει άπειρη αντίσταση εισόδου και δεν τραβά καθόλου ρεύμα, αλλά ένα πραγματικό βολτόμετρο έχει πεπερασμένη αντίσταση εισόδου μερικές εκατοντάδες ΜΩς. Ένα ιδανικό αμπερόμετρο, έχει μηδενική αντίσταση εισόδου και δεν δημιουργεί πτώση τάσης καθώς συνδέεται σε σειρά με το κύκλωμα, αλλά ένα πραγματικό αμπερόμετρο έχει μη μηδενική αντίσταση εισόδου, μερικά κλάσματα του Ωμ

Η επίδραση της εσωτερικής αντίστασης ενός πραγματικού οργάνου φαίνεται στο σχήμα. Σε κάθε περίπτωση, η εσωτερική αντίσταση του οργάνου γίνεται μέρος του κυκλώματος.